Tους ζυγούς λύσατε!
Ένα ποίημα
της Άννας Συμεωνίδου
Δημιουργοί του Γραπτού Λόγου
-Πάνε δυο ώρες που κλειστήκαμε στο ασανσέρ.
Τι θα γίνει, Ηρακλή, μου λες;
-Τι βαράς; Είναι ώρα αιχμής κι όλοι λείπουν.
Ποιος περιμένεις να σ’ ακούσει;
Ποιος περιμένω να μ’ ακούσει γενικά;
-Σωστά, όλοι οι γειτόνοι εργάζονται,
μόνο εγώ νοικοκυρούλα χαρωπή.
-Και με τι αφεντικό, και με τι μισθό!
Ίσα ίσα προλαβαίνεις να ξεπαγώσεις το κοτόπουλο,
μέχρι να γυρίσει η Αυτού Εξοχότης από τα έδρανα.
Ποιος θα έρθει να ξεπαγώσει εμένα,
που παντρεύτηκα μια παγοκολόνα;
Θα θυμηθεί κανείς να με βγάλει απ’ την κατάψυξη;
-Πρέπει να ταΐσω την Ερωφίλη,
της άφησα σαρδέλες προχτεσινές.
Τίποτα φρέσκο, όλα μαράθηκαν ή σάπισαν.
Η μούχλα είναι μεταδοτική.
-Ασ’ την σε ‘μένα την Ερωφίλη, θα την κανονίσω.
Ας πάρει ο καθένας μας από μία τους…
-Αχ, Εσμεράλδα Βασιλικού,
άλλαξες πριν φύγεις το νερό του Αχιλλέα
ή τον άφησες κι αυτόν να ψοφήσει
σαν τον Πεπίτο πέρυσι το χειμώνα στο μπαλκόνι;
-Σου έχω πει πως έχω κλειστοφοβία;
Πνίγομαι.
-Και να μην είχες, πλάι της θα αποκτούσες.
Πόσο πια να σφίξει ο κλοιός;
-Μου λείπει η φιλόλογος που ‘χα στο λύκειο…
Είχε κι αυτή κλειστοφοβία.
Το θυμάμαι, γιατί την κλείνανε στη ντουλάπα για καζούρα
κι εγώ τους φώναζα να τη βγάλουν.
Ήμουν ο αγαπημένος της…
Δε νομίζω όμως, να ήταν τώρα περήφανη για ‘μένα,
αν μ’ έβλεπε σ’ αυτά τα χάλια.
-Λογικό. Εσύ αποδείχθηκες ο χειρότερος μαθητής.
Κατέρριψες την ετυμολογία του «συ-ζύγου».
Είσαι μόνος σου κάτω απ’ το ζυγό, δεν τον μοιράζεσαι με κανέναν…
Και να ‘λεγα πως δεν ήξερα τι λέει το τετράποδο;
Ψέμα θα ‘ταν.
Όσα λέει η εμπειρία, δεν τα λένε τα πτυχία…
-Σήμερα δε σκέφτηκα τι ανέκδοτο θα της πω.
Πάλι θα ‘ρθει κουρασμένη, ποιος την ακούει…
Για γελωτοποιό της, νομίζω, με θέλει.
-Σωστά νομίζεις- σ’ άκουσα.
Το κυρίως πιάτο από εσένα, το πήρε.
Προάχθηκε από δεσποινίδα σε κυρία.
Τώρα λιγουρεύεται τα επιδόρπια.
Αν οι προαγωγές ήταν πεταλούδες,
θα έπαιρνε μια απόχη να τις καβαντζώσει όλες.
-Κύριε Βασιλικέ, εσείς είστε μέσα;
Μόλις ήρθα κι άκουσα φωνές.
Θα καλέσω την πυροσβεστική.
-Κύριος Ποντίκης. Είμαι απλώς ο κύριος Ποντίκης…
Και τραβάω την ουρά μου απ’ τη φάκα.
Μόλις… αποφυλακιστήκαμε με τον Ηρακλή,
του έβγαλα το λουρί του.
Θα το πετάξω το βράδυ.
Ίσως μπορέσω, μαζί με το δικό του,
να πετάξω και το δικό μου.
Κι όχι στην ανακύκλωση.
©Typologos.com 2022