Έρευνα και «ανοικτά σύνολα δημοσιογραφίας» 

Γράφει ο Νίκος Μόσχοβος

Δημοσιογράφος- Συγγραφέας

ipeg-optimizer- erevna-kai-anoikta-synola-dimosiografias

Ένα σχόλιο για το ρόλο της δημοσιογραφίας στη σύγχρονη εποχή κάνει ο δημοσιογράφος-συγγραφέας, Νίκος Μόσχοβος. Φωτογραφία από Gerd Altmann από το Pixabay 

Το διαδίκτυο έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο ασκείται το δημοσιογραφικό επάγγελμα-λειτούργημα και ιδιαίτερα στο τομέα της ερευνητικής δημοσιογραφίας (Research journalism ή Investigative journalism) με αποτέλεσμα να τίθεται ξανά στο «προσκήνιο» το ερώτημα αν η πληροφόρηση, που προέρχεται μέσα από την έρευνα παράγει δημοκρατία.

Με απλά λόγια

τι είναι

η ερευνητική δημοσιογραφία

Τι είναι, όμως, ερευνητική δημοσιογραφία και τι όχι;

Το λεξικό του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ μας δίνει την απάντηση με απλά λόγια για τον ορισμό της  ερευνητικής δημοσιογραφίας ως: …«το είδος της δημοσιογραφίας που προσπαθεί να ανακαλύψει τις πληροφορίες του δημόσιου συμφέροντος και τις οποίες προσπαθεί κάποιος να κρύψει»….

Ο επιστημονικός ορισμός

H καθηγήτρια  επαγγελματικής πρακτικής στον τομέα της Ερευνητικής  Δημοσιογραφίας  και διευθύντρια του Κέντρου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας «Τόνι Στάμπιλε», Σίλα Κορονέλ στο βιβλίο  με τίτλο «Digging Depper» (2012) δίνει τον εξής ορισμό:«Ερευνητική δημοσιογραφία δεν είναι η ημερήσια αναφορά, η δημοσιογραφική διαρροή, η υποβολή εκθέσεων και η μοναδική πηγή, η κατάχρηση των πληροφοριών, καθώς και η δημοσιογραφία των Παπαράτσι.  Αντίθετα, είναι η δημοσιογραφία  που δρα ως ο  «φύλακας» της κοινωνίας, εκθέτοντας το πώς παραβιάζονται οι νόμοι και οι κανονισμοί, καθώς και καθιστά υπόλογους τους ισχυρούς για τις παραβιάσεις».

Τα δυο ρεύματα 

παραγωγής γνώσης

Στον 21ο αιώνα υφίστανται δύο ρεύματα παραγωγής της γνώσης.

Το ένα υποστηρίζει πως η επιστημονική έρευνα και η εξαγόμενη γνώση διεξάγεται πράγματι σε κοινωνικά περιβάλλοντα, ενώ το άλλο αντιμετωπίζει τη κοινωνικότητα ως τη θεμελιώδη πτυχή της γνώσης. Από τη πλευρά της, η δημοσιογραφία αναζητεί, ερευνά, ανακαλύπτει πληροφορίες και παύει να είναι μια διάλεξη-παράθεση γεγονότων εξελισσόμενη σε ένα «ανοικτό σεμινάριο ιδεών», όπως αναφέρει εύστοχα ο Ντ.Γκίλμορ (2004) .

Το ασταθές πεδίο

και η υλοποίηση

της δημοσιογραφίας

H δημοσιογραφία υλοποιείται σήμερα σε ένα ετερογενές, ασταθές, απρόβλεπτο πεδίο, όπου τα πάντα είναι ρευστά. Πάντως κατορθώνει να διαμοιράζει και σήμερα πληροφορίες, οι  οποίες δύναται να αλλάξουν τον κόσμο.Όταν ο δημοσιογράφος του επιστημονικού ρεπορτάζ κατορθώνει να ξεπεράσει τα «δεσμά» της εξουσιαστικής δύναμης και τις ενστάσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας και να μεταδώσει κάτι το αληθινά καινοτόμο, τότε η πληροφορία μεταδίδεται σ’ ένα μεγαλύτερο κύκλο ανθρώπων.

Όταν ο δημοσιογράφος του πολιτικού ρεπορτάζ κατορθώνει ν΄αποκαλύψει τις παρασκηνιακές διαδρομές των διπλωματικών ελιγμών, τότε παράγει εκείνη τη πληροφόρηση, η οποία ενδιαφέρει  τους πολίτες.

Η κάθε πληροφορία

και η δημοκρατία

Εντούτοις, δε θα πρέπει να θεωρούμε πως η κάθε πληροφορία παράγει δημοκρατία ή πληροφόρηση, αφού όλες οι δημοσιευμένες πληροφορίες δεν αφορούν στο κοινωνικό ή στο πολιτικό γίγνεσθαι. Αξίζει να σημειωθεί πως οι δημοκρατικές θεωρίες εκφράζουν πολλαπλά επίπεδα προσανατολισμού και κατά συνέπεια «γεννούν» πολλούς τρόπους αμφισβήτησής τους.

Το βασικό ερώτημα

Το βασικό ερώτημα είναι αν γενικά η περισσότερη πληροφόρηση παράγει και δημοκρατία, γιατί ο ερευνητής του Πολιτισμού του Διαδικτύου,Ευγένιος Μορόζοφ (2011) δείχνει πως ο ρόλος του  παγκόσμιου ιστού και του πολυπληθούς πληροφοριακού υλικού μέσα από αυτό έχουν πάρει ειδωλολατρικές-παραπλανητικές διαστάσεις στις δυτικές χώρες.Διαστάσεις, οι οποίες θεωρούν πως η διαδικτυακή δημοσιογραφία μπορεί να απελευθερώσει ή να κινητοποιήσει  τις δυνάμεις των πολιτών προς όφελος της δημοκρατίας.Το ερώτημα που πλανάται, είναι το εξής: Άραγε, μπορεί να παραχθεί περισσότερη δημοκρατία για όλους μέσω της πληροφόρησης ή όχι; Αρκεί μόνον  η απόκτηση της πληροφορίας για τηναπόκτηση της γνώσης και της δημοκρατικής συνείδησης;

Η διάλυση

σε μικρότερες χώρες

είναι η λύση;

Ο Βρετανός δημοσιογράφος, Ρίτσαρντ Γουίλλιαμ (RW) Τζόνσον πιστεύει πως δε κυβερνούνται σήμερα δημοκρατικά  μεγάλες χώρες,  όπως  είναι το Ιράκ, το Κονγκό και το Σουδάν και θα πρέπει «να διαλυθούν σε μικρότερες μονάδες ικανές να υποστηρίξουν τη δημοκρατική κυριαρχία». Ακόμη, τονίζει ότι και στη Δύση είναι αρκετά πρόσφατη η Δημοκρατία, αφού οι γυναίκες πήραν το δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές σε πολλά κράτη από το 1946 και μετά. Κατά συνέπεια, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο ο χώρος, ο χρόνος και ο τόπος, απ’  όπου θα μεταδοθεί η πληροφορία και  από ποιο πρόσωπο ή φορέα μεταδόθηκε αυτή στον υπόλοιπο κόσμο.

Η Δυτική πλάνη

Ο Βρετανός ιστορικός και δημοσιογράφος Τρίστραμ Χαντ αναρωτιέται, εάν ένας τρόπος δημοκρατίας είναι κατάλληλος για όλες τις κοινωνίες παντού και τονίζει πως «το παλαιό επιχείρημα ότι μερικές, κυρίως ανατολικές κοινωνίες ήταν εγγενώς ακατάλληλες για τη δημοκρατία φαίνεται να είναι μια πατροπαράδοτη δυτική πλάνη». Άρα και ο τόπος που γεννά τη πληροφόρηση έχει τη σημασία του, αλλά περισσότερη σημασία έχουν οι δομές μέσα από τις οποίες συγκροτήθηκε και λειτουργεί αυτή ως διοικητική οντότητα.

Οι μορφές της δημοκρατίας

Ο Πακιστανός συγγραφέας, Ζιαουντίν Σαρντάρ θεωρεί πως ως διαπραγματευόμενη ανθρώπινη κατασκευή δεν είναι πανάκεια η δημοκρατία. «Πρόκειται για ένα σύστημα που γίνεται στο πλαίσιο της ιστορίας και της ποικιλίας των ανθρώπινων ταυτοτήτων. Δεν είναι μια θεσμική μορφή ή ένα ενιαίο σύνολο διαδικασιών.Υπάρχουν, υπήρξαν και μπορούν να είναι όσες μορφές δημοκρατίας χρειάζονται οι άνθρωποι για να μεταδώσουν τη πραγματικότητα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ευημερίας σε όλους. Το πιο αντιδημοκρατικό είναι να υποθέσετε ότι έχετε τη πλήρη απάντηση και επιμένετε ότι όλοι οι υπόλοιποι να κάνουντη δημοκρατία σας, με τον τρόπο σας. Αυτή η νεοσυμφωνία είναι εγγενώς ολοκληρωτική», προσθέτει ο κ. Σαρντάρ.

Η  πληροφόρηση

και η δημοκρατία

Η πληροφόρηση, λοιπόν, παράγεται σε διάφορα καθεστώτα και θα ήταν ουτοπικό με βάση τη  κατάσταση, που υφίσταται σε πολλές χώρες να θεωρήσουμε πως η κάθε πληροφόρηση παράγει δημοκρατία.Τα στοιχεία του «Ινστιτούτου Δημοσίων Σχέσεων» και  της έρευνας του καθηγητή Δημόσιας Επικοινωνίας στο  Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Σίδνεϋ, Δρ. Τζιμ Μακναμάρα καταδεικνύουν πως η εθνική κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δαπανά περίπου 300 εκατομμύρια λίρες στερλίνες ετησίως για την επικοινωνία για την ενημέρωση και την εμπλοκή των πολιτών.

Τι γίνεται

με τη δημοκρατία; 

Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διεξήγαγε διάφορες ενημερωτικές εκστρατείες ενιαίας έκδοσης σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίες κόστισαν  περισσότερα από 30 εκατομμύρια ευρώ.

 Αν και εκ  της  πληθώρας των  πληροφοριών από πλευράς  φορέων ή μηχανισμών της εξουσιαστικής δύναμης φαίνεται ότι  παρά τη πληροφόρηση υφίστανται ενδείξεις κατάρρευσης ή αλλοίωσης  της δημοκρατίας σε αρκετές δημοκρατικές χώρες της Δύσης, διότι:

 Υφίστανται χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση, στους πολιτικούς και στις πολιτικές διαδικασίες, καθώς και σε άλλους θεσμούς που έχουν τους  κεντρικούς ρόλους  στη δημοκρατική ζωή  και στη κοινωνία των πολιτών.

Πραγματοποιείται η αποσύνδεση από τη παραδοσιακή πολιτική συμμετοχή. Για παράδειγμα, η συμμετοχή στα τρία μεγάλα πολιτικά κόμματα του Ηνωμένου Βασιλείου (Συντηρητικοί, Εργατικοί  και Φιλελεύθεροι) ανερχόταν το 2016 μόλις στο 1,6% των επιλέξιμων ψηφοφόρων! Θα είχε, λοιπόν, μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε και το ποσοστό της πραγματικής παραδοσιακής πολιτικής συμμετοχής.

Μειώνεται συνάμα η συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές εκτός από ορισμένες πρόσφατες «διαμαρτυρίες».

Αυξάνεται η ριζοσπαστικοποίηση  και ο  εξτρεμισμός, που αντανακλούν την άνοδο των ακραίων πολιτικών κομμάτων σε αρκετές χώρες. Την ίδια στιγμή, μια σειρά αριστερών και προοδευτικών σχημάτων φαίνεται ότι έχουν εγκαταλείψει τη διαλεκτική ως σκέψη, την οποία αντικαθιστούν  από τη σοφιστεία και την ακινησία του δόγματος.Η ίδια ροπή παρατηρείται και στα φιλελεύθερα ή στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, τα οποία «ξεχνούν» το κομβικό ρόλο του κράτους σε ότι αφορά στη στήριξη των κοινωνικών θεσμών και στη παραγωγή «κίνησης» του χρήματος από τους πολίτες, καταργώντας έτσι στη πράξη τη βασική αρχή της ελεύθερης οικονομίας προς όφελος μιας «κλειστής κάστας» ανθρώπων.

 Τι δείχνει αυτό

το φαινόμενο

Η ανάπτυξη του συγκεκριμένου  φαινομένου  δείχνει πως η πληροφόρηση δε παράγει πάντοτε δημοκρατία, αν δε συνοδεύεται από το αίσθημα της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης από μέρους των πολιτών.Συγχρόνως, δείχνει και την αδυναμία του Τύπου να «γεμίσει» τα κενά και να διοχετεύσει αξιόπιστες πληροφορίες προς τους πολίτες.

Μια ενδιαφέρουσα θεώρηση

Σύμφωνα  με την έρευνα του Δρ. Τζιμ Μακναμάρα, τα παραδοσιακά μέσα  μαζικής ενημέρωσης, όπως είναι εφημερίδες, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο – ξοδεύουν συχνά ένα μεγάλο μέρος του χρόνου συγκεντρώνοντας διαφημιστικά μέσα και μέσα παρακολούθησης- με την πεποίθηση ότι τα κανάλια αυτά επηρεάζουν ή αντικατοπτρίζουν τις απόψεις των ενδιαφερομένων και των πολιτών.

«Με το «κατακερματισμό του κοινού» και τη μεγάλη πτώση της εμπιστοσύνης στα παραδοσιακά μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι άστοχη η πεποίθηση αυτή. Μεγάλα τμήματα της κοινωνίας αποκτούν τώρα τα νέα και τις πληροφορίες μέσω των διαδικτυακών κοινωνικών μέσων ενημέρωσης και δε διαβάζουν τις εφημερίδες ή παρακολουθούν την τηλεόραση για τα νέα ή τις τρέχουσες (σ.σ. επίκαιρες) υποθέσεις», αναφέρεται στα πορίσματα της ίδιας έρευνας.

Οι 4 μεταδότες

της πληροφόρησης

Μέσα από  τη συγκεκριμένη έρευνα διαφαίνεται πλέον ότι το πιο σημαντικό ρόλο στο να φθάσει η εκάστοτε πληροφορία προς το κοινό διαδραματίζουν τέσσερις μεταδότες. Αυτοί είναι  το πρόσωπο, ο τύπος, το είδος της πληροφορίας και το μέσο μαζικής ενημέρωσης, που διακινεί ή μεταδίδει τη πληροφόρηση.Ακόμη κι αν συμβαίνει αυτό φαίνεται πως η παραγόμενη πληροφόρηση δεν αρκεί για τη παραγωγή της δημοκρατίας, αφού αν και ξοδεύονται σημαντικά ποσά παρατηρείται μια δυσπιστία και μία οπισθοχώρηση της πίστης των πολιτών προς τις δημοκρατικές αξίες.Η αιτία βρίσκεται στη πρακτικότητα της  εξουσιαστικής δύναμης, η οποία επιδιώκει τη μείωση του ελέγχου των διοικητικών δομών από τους πολίτες ή τους φορείς χρηματοδοτώντας συγκεκριμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης κι αποκλείοντας άλλα.

Η μείωση της προσέλευσης- συμμετοχής 

των πολιτών

στις εκλογικές

και στις πολιτικές διαδικασίες

 Χαρακτηριστικό είναι ότι o «Economist»  δημοσίευσε μια μελέτη, που δείχνει  ότι η προσέλευση των ψηφοφόρων σε 49  δημοκρατικά κράτη  έχει  μειωθεί κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ των ετών  1980 – 1984 και 2007- 2013.Την ίδια στιγμή μεταδίδονται εκατομμύρια πληροφορίες από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα ηλεκτρονικά -ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα, που αφορούν στις δραστηριότητες της κοινωνικής ή της πολιτικής ζωής.

Ιδιαίτερα σε περιόδους εκλογικών αναμετρήσεων παράγεται περισσότερη κι έντονη πληροφόρηση, η οποία δε φαίνεται ότι «οδηγεί» στη προσέλευση των ψηφοφόρων στη κάλπη ή στη συμμετοχή του κόσμου στις πολιτικές διαδικασίες.Η συγκεκριμένη πληροφόρηση δε φαίνεται να παράγει δημοκρατία, αφού βασίζεται στη στρατηγική της αποδόμησης του θεωρήματος του πολιτικού ανταγωνιστή, αγνοώντας την επιχειρηματολογία και τη συγκρότηση ενός ξεκάθαρου υλοποιήσιμου προγράμματος, το οποίο πρέπει ν’ανταποκρίνεται σε όλα τα επίπεδα της ζωής.

Το αποτέλεσμα

Το αποτέλεσμα είναι η απομάκρυνση της πλειοψηφίας  των πολιτών  από τη συμμετοχή στη πολιτική διαδικασία και εκ της υλοποίησης του ύψιστου  δημοκρατικού δικαιώματος του εκλέγειν, καθώς και του «εκλέγεσθαι».Τη κατάσταση αυτή εκμεταλλεύονται ξεκάθαρα ετερόκλητες δυνάμεις, που βρίσκονται  εντός του  δημοκρατικού  πολιτικού  φάσματος  και οι οποίες «συντηρούν» τις επιδιώξεις τους, μέσα από το συσχετισμό αυτών με τη σοφιστεία, την οποία ανάγουν ως τη κυρίαρχη δύναμη φορώντας το «προσωπείο»  του «φύλακα-υπερασπιστή» της δημοκρατίας.

jpeg-optimizer - erevna-kai-anoikta-synola-dimosiografias-dyo

Τότε πως μπορεί η  πληροφόρηση και εν γένει ο Τύπος να παράγει τη δημοκρατία και να ελέγξει την εξουσιαστική δύναμη;  Μια από τις απαντήσεις βρίσκεται στα «ανοικτά συστήματα δημοσιογραφίας», τα οποία αποτελούν ένα από τα μέσα που μπορούν να αξιοποιηθούν για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου. Φωτογραφία από Gerd Altmann από το Pixabay 

Ας θυμηθούμε

τον Αριστοτέλη

Κατά τον Αριστοτέλη, το θανατηφόρο πρόβλημα της δημοκρατίας είναι ότι διαιρεί τη κοινωνία ανάμεσα στη πλειοψηφία και στη μειοψηφία.Κατά μια άλλη έννοια, πολλοί πολιτικοί ή διανοητές απορρίπτουν πρακττικά τη καθαρή και την άμεση δημοκρατία στην οποία ο λαός υπαγορεύει πολιτική. Αμφισβητούν, δε, το δικαίωμα του κόσμου να γνωρίζει τα πάντα γύρω απ’ ένα θέμα.Στη πράξη, δηλαδή, αναιρούν την έννοια της δημοκρατίας και δη της φιλελεύθερης.

Μια άλλη άποψη

O πρώην πανεπιστημιακός βιβλιοθηκονόμος και γενικός διευθυντής της Βρετανικής Βιβλιοθήκης Μορίς Β. Λάιν εκτιμά ότι:

 «Οι κύριοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, της τηλεόρασης και του τύπου, στρεβλώνουν ή υπέρ- απλοποιούν συχνά ζητήματα, όπως είναι το έγκλημα και το άσυλο.Υπάρχουν διαθέσιμες πολλές αξιόπιστες πληροφορίες.Το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι διανοητικά ή ψυχολογικά εξοπλισμένοι να επιθυμούν τις πληροφορίες, να έχουν πρόσβαση σε αυτές, να τις αμφισβητούν και να κάνουν διακρίσεις μεταξύ του  καλού και του κακού».

Ο δρόμος

προς το τρίτο θεμέλιο

μιας εξελιγμένης δημοκρατίας

Το ερώτημα, λοιπόν, που προκύπτει είναι το εξής:

Τότε πως μπορεί η πληροφόρηση και εν γένει ο Τύπος να παράγει τη δημοκρατία και να ελέγξει την εξουσιαστική δύναμη;

Μια από τις απαντήσεις βρίσκεται στα «ανοικτά συστήματα δημοσιογραφίας», τα οποία αποτελούν ένα από τα μέσα που μπορούν να αξιοποιηθούν για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου.

Είναι ένα από τα μέσα που δύναται να χρησιμεύσουν για την υλοποίηση μιας ζωτικής δημόσιας  σφαίρας  των ιδεών και των πληροφοριών και τα οποία μπορούν να αποτελέσουν το τρίτο θεμέλιο μιας εξελιγμένης δημοκρατίας. Το πως θα γίνει αυτό στο χώρο της παραγόμενης δημοσιογραφίας στην Ελλάδα είναι από τα θέματα, που «αιωρούνται» και το οποίο δεν έχει απαντηθεί ακόμα.

©Typologos.com 2023