Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ «Η σιγή είναι η ωραιότερη μουσική-Ανοίξτε τη φαντασία σας. Μόνον αυτό χρειάζεστε»
Τι είπε ο σπουδαίος
Πολωνός συνθέτης
σε σεμινάριο στο ΦΚΘ
«Πολλές φορές όμως, η σιγή είναι η ωραιότερη μουσική» και «Ανοίξτε τη φαντασία σας. Μόνον αυτό χρειάζεστε».
Αυτές οι δυο συμβουλές αποτελούν το «απόσταγμα» της φιλοσοφίας του διάσημου Πολωνού συνθέτη, Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ προς τους νέους συνθέτες και ο οποίος το πρωί της Δευτέρας 4 Νοεμβρίου 2024 παρέδωσε ένα σεμινάριο τύπου masterclass στην αίθουσα «Παύλος Ζάννας» στη Θεσσαλονίκη.Το σεμινάριο έλαβε χώρα στο πλαίσιο της δράσης «Meet the Future» του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και τον κ. Πράισνερ καλωσόρισε ο επίκουρος καθηγητής Ήχου και Μουσικής του Τμήματος Κινηματογράφου του ΑΠΘ, Θοδωρής Παπαδημητρίου.
Για τη δομή
της κάθε ταινίας
«Μια ταινία είναι όπως ο άνθρωπος. Όπως κι εμείς έχουμε χέρια, πόδια, κεφάλι, κι όλα αυτά τα μέρη συγκροτούν ένα σώμα.Έτσι, και η ταινία αποτελείται από πολλά μέρη, κι ένα από αυτά είναι η μουσική.
Όταν βλέπω μια ταινία, την αφουγκράζομαι και επεξεργάζομαι το πώς να την επενδύσω μουσικά. Η μουσική είναι η μοναδική μεταφυσική πτυχή σε μια ταινία. Δε τη βλέπουμε, απλώς την ακούμε και τη νιώθουμε.
Βέβαια, τα πάντα εξαρτώνται από το σκηνοθέτη. Έχω συνεργαστεί με πολλούς σκηνοθέτες, οι οποίοι εκτιμούσαν το είδος της μουσικής με το οποίο ασχολούμαι, που προσπαθώ να καλλιεργώ και που διακατέχεται από αυτή την πνευματικότητα.Όλα εξαρτώνται από το δημιουργικό διάλογο ανάμεσα στο συνθέτη και στο σκηνοθέτη, οι οποίοι λαμβάνουν από κοινού την απόφαση για το πώς θα προχωρήσουν. Δυστυχώς -τουλάχιστον-όπως αντιλαμβάνομαι και παρακολουθώ τα πράγματα, και συγχρόνως ο λόγος για τον οποίο έχω λίγο απομακρυνθεί από το Χόλυγουντ, είναι το ότι κανείς εκεί δε λαμβάνει αυτή την από κοινού απόφαση», ανέφερε ο Πολωνός μουσικός.
Για τη γνωριμία του
με τον
Κριστόφ Κισλόφσκι
Ύστερα, αναφέρθηκε ο κ. Πράισνερ στη 9ετή συνεργασία, που είχε με τον αείμνηστο διάσημο σκηνοθέτη- σεναριογράφο και συμπατριώτη του, Κριστόφ Κισλόφσκι (1941-1996), καθώς και στη φανταστική κινηματογραφική «φιγούρα» του συνθέτη, Van den Budenmayer.
«Ο Κισλόφσκι,μάλλον, θα με «ακολουθεί» μια ολόκληρη ζωή. Είναι γεγονός ότι στα εννέα χρόνια της κοινής μας πορείας, συνεργαστήκαμε σε 17 ταινίες. Για να είμαι ειλικρινής, ανάμεσα στο 1988 και το 1995 δε θυμάμαι τι άλλο έκανα στη ζωή μου, παρά μόνο ότι έγραφα μουσική.
Πρέπει να σας πω ότι ο Κισλόφσκι ήταν πολύ αστείος τύπος. Πάντα μας θεωρούσαν θλιμμένους, αλλά η πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου έτσι. Θα σας διηγηθώ πώς τον συνάντησα, το 1984.
Μου είχε στείλει ένα τηλεγράφημα που έλεγε: «Μπορούμε να συναντηθούμε στη Βαρσοβία;».
Όντως συναντιόμαστε,«περνούν» – όμως- πέντε λεπτά και δεν μιλάει κανείς – εγώ εν τω μεταξύ σε μια ώρα έπρεπε να πάρω το τρένο για να επιστρέψω στη Κρακοβία. Ξαφνικά, ρωτάει ο Κισλόφσκι:
«”Τι θα έλεγες για μια μικρή βοτκίτσα;”. Στην Πολωνία, όταν παραγγέλνεις ποτό, παίρνεις ταυτόχρονα και κάτι να τσιμπήσεις. Ύστερα από μισή ώρα, λοιπόν, όλο το τραπέζι ήταν γεμάτο από πιάτα με φαγητά», διηγήθηκε ο Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ για τον Κριστόφ Κισλόφσκι.
Οι δυο Διόσκουροι
της καλλιτεχνικής δημιουργίας
«Ο Κισλόφσκι μου ζήτησε να είμαι επιμελής, προσεκτικός και ακριβής στην ώρα μου. Έκτοτε, γίναμε οι δυο πιο συνεπείς συντελεστές σε κάθε παραγωγή. Αγοράσαμε ο καθένας ένα ρολόι από τη Ζυρίχη, και εκείνος με έπαιρνε τηλέφωνο σχεδόν κάθε τέσσερις ώρες για να δει, αν συμφωνούν τα ρολόγια μας».
Για τη
φανταστική «φιγούρα»
του Van den Budenmayer
Σχετικά τη γέννηση της φανταστικής κινηματογραφικής «φιγούρας» του Ολλανδού συνθέτη, Van den Budenmayer (σ.σ. παλαιότερο ψευδώνυμο του Πολωνού συνθέτη) εξιστόρησε ο κ. Πράισνερ τα εξής:
«Θυμάμαι στο «Δεκάλογο», και πιο συγκεκριμένα στο ένατο επεισόδιο, ο Κισλόφσκι ήθελε να χρησιμοποιήσει ένα έργο του Μάλερ. Ωστόσο, αποδείχτηκε ότι δεν υπάρχει καμία καλή ηχογράφηση του Μάλερ στην Πολωνία, ενώ ήταν πανάκριβο να αγοράσουμε τα δικαιώματα του έργου.
Φανταστείτε ότι ολόκληρος ο «Δεκάλογος» δε κόστισε παραπάνω από 300.000 δολάρια.
Του αντιπροτείνω, λοιπόν, να γράψω κάτι δικό μου. Είχαμε ήδη στο ιστορικό μας μια συνεργασία στην Ολλανδία, ένα ντοκιμαντέρ που είχαμε γυρίσει εκεί, και μας ήρθε το Van De Budenmayer, ένα όνομα που είχα χρησιμοποιήσει κάποτε.
Υπάρχει μια σκηνή στη ταινία κατά την οποία η ηρωίδα βρίσκεται στο σαλόνι και ακούει μουσική, κι όταν τη ρωτάει ο σύζυγός της τι ακούει, τότε εκείνη του απαντά πως ακούει Budenmayer. Στην ουσία, πρόκειται για ένα δικό μας εσωτερικό αστείο. Μερικούς μήνες αργότερα, άρχισαν να συρρέουν φαξ στον Κισλόφσκι με απορίες όπως: «Πού ανακαλύψατε αυτόν τον Van den Budenmayer;”, ενώ ήρθε μέχρι και μια πρόσκληση για να ενταχθεί το όνομά του στην εγκυκλοπαίδεια Λαρούς».
Η ενεργή φαντασία
Μετέπειτα, ο κ. Πράισνερ «ταξίδεψε» όλους κι όλες στο παρελθόν της Πολωνίας, διηγούμενος ότι:
«Οι εποχές ήταν τέτοιες που ήταν απαραίτητο να διαθέτεις πολύ ενεργή φαντασία. Για να πάρετε μια ιδέα, φανταστείτε πως έβλεπα την ταινία στη Βαρσοβία, επέστρεφα στη Κρακοβία, και έπρεπε να θυμάμαι τι είχα δει στη ταινία για να «γράψω» τη μουσική.
Δεν υπήρχαν βίντεο και δεν υπήρχαν DVD ή άλλα βοηθήματα που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας. Είχες μόνο τη μνήμη και τη φαντασία σου. Ήταν μια διαδικασία απίστευτη, σχεδόν μεταφυσική. Τότε «έγραφα» τη μουσική στο χαρτί με το χέρι μου. Δεν είχα, λοιπόν, τη δυνατότητα να την ακούσω, καθώς την έγραφα. Όταν τελικά άκουγα την εκτέλεση της ορχήστρας, τότε ανακάλυπτα τι έχω γράψει, και το συναίσθημα ήταν αληθινά μεγαλειώδες.
Όταν έχεις -όμως- ένα καλό σκηνοθέτη και ένα καλό μουσικοσυνθέτη, μπορείς να ελέγξεις τα πάντα».
Για τη συνεργασία
με άλλους σκηνοθέτες
Ο δημοφιλής μουσικός αναφέρθηκε και στις συνεργασίες, που είχε μέσω της μουσικής σύνθεσης και με άλλους σκηνοθέτες, όπως είναι οι Τέρενς Μάλικ («Το δέντρο της ζωής», 2011), Τόμας Βίντερμπεργκ («Όλα για την αγάπη», 2003) και Αγκνιέσκα Χόλαντ («Ο μυστικός κήπος», 1993).
«Θα μπορούσα να μιλάω ώρες ή ακόμη και ημέρες, αλλά για να το θέσω ευσύνοπτα, όταν έχεις να κάνεις με τόσο μεγάλους σκηνοθέτες, σου έρχεται μεγάλη επιθυμία να δουλέψεις. Η δουλειά σου φτιάχνει τη διάθεση, θέλεις να επενδύσεις μουσικά σε αυτό που κάνουν. Απευθυνόμενος σε όλους τους νέους μουσικούς και συνθέτες, αν βρίσκονται ανάμεσά μας, σας συμβουλεύω να μη χρησιμοποιείτε temp μουσική μόνο και μόνον, επειδή οι σκηνοθέτες φοβούνται τη σιγή.
Ο κινηματογράφος είναι τέχνη που συντίθεται από πολλά στοιχεία, και ένα από αυτά είναι η μουσική. Σε απλά λόγια, πιστέψτε σε αυτό που κάνετε, δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Πολύ συχνά έχω την εντύπωση ότι τα πάντα είναι πανομοιότυπα στις ταινίες που «γυρίζονται» σήμερα.
Πολλές φορές, όμως, η σιγή είναι η ωραιότερη μουσική.
Πάρτε για παράδειγμα τις ταινίες του Μπέργκμαν, στις οποίες δεν υπάρχει μουσική. Έχω ένα ρητό για τη ζωή μου, το οποίο δανείστηκα από ένα Πολωνό ποιητή:
“Πάντα να κολυμπάς αντίθετα στο ρεύμα, προς τις πηγές. Μαζί με το ρεύμα επιπλέουν μόνο τα σκουπίδια. Ακόμα κι αν δε φτάσεις, τουλάχιστον θα γυμνάσεις τους μύες σου’’. Σε όλη μου τη ζωή προσπαθώ να κάνω ακριβώς αυτό. Να γυμνάσω τους μύες μου».
«Κάθε ταινία
έχει τη μουσική της»
Ο κ. Πράισνερ μίλησε και για τη μεθοδολογία, με την οποία «προσεγγίζει» ως δημιουργόςτις συνθέσεις του, εξηγώντας ότι:
«Όπως έχω πει ήδη, κάθε ταινία έχει τη μουσική της. Όταν βλέπω, λοιπόν, τη ταινία, αισθάνομαι τι ρυθμό θα έχει, σε ποιους τόνους θα «κινηθεί». Οι σκηνοθέτες χωρίζουν τη δουλειά τους σε τμήματα, σκηνή προς σκηνή, και θέλουν να ακούγεται η μουσική με τον ίδιο τρόπο. Για παράδειγμα, στις περισσότερες Αμερικανικές ταινίες η μουσική διακόπτεται απότομα κάθε φορά, που αλλάζει το σκηνικό.
Εγώ συνθέτω με ένα τρόπο που είναι «κατάρα» για τους διευθυντές ορχήστρας. Έχω στο μυαλό μου όλη την αλληλουχία, σαν μια συνεχή γραμμή, με τη μουσική να ενώνει όλες τις σκηνές και όχι το ανάποδο. Ωστόσο, όπως ανέφερα προηγουμένως, πολλοί σκηνοθέτες φοβούνται αυτή τη μέθοδο».
Σχετικά με το ρόλο
της Τεχνητής Νοημοσύνης
στη σύνθεση της μουσικής
Σε ερώτηση του κοινού για το ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης στη σύνθεση της μουσικής εξέφρασε ο κ. Πράισνερ την εξής άποψη:
«Δεν είμαι και ιδιαίτερα εξοικειωμένος με αυτές τις νέες τεχνολογίες, αλλά ορισμένες φορές σκέφτομαι ότι θα ήταν ενδιαφέρον να έδινα στην τεχνητή νοημοσύνη όλα όσα έχω γράψει και να ζητούσα να μου φτιάξει μια συναυλία, ένα κοντσέρτο διάρκειας 40 λεπτών. Θα ήθελα να ακούσω το αποτέλεσμα, θα ήταν ενδιαφέρον. Ωστόσο, υπάρχει μια μεγάλη διαφορά.
Στα δικά μου έργα μπορώ να κάνω ό,τι θέλω, είναι -όμως- εντελώς άλλη υπόθεση να αναθέσεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη να επιλέξει από όλη τη μουσική που έχει δημιουργηθεί ποτέ προκειμένου να συνθέσει κάτι – το θεωρώ εγκληματικό. Ζούμε- όμως- σε εποχές κατά τις οποίες η τεχνολογική εξέλιξη μας έχει προσπεράσει. Είναι σαν να έχεις κλωτσήσει μια μπάλα χωρίς να υπάρχει βαρύτητα και πλέον δε ξέρεις πού έχει φτάσει».
Για το ξεκίνημά του
ως μουσικός
Για το ξεκίνημά του ως μουσικός αποκάλυψε ο κ. Πράισνερ ότι:
«Γεννήθηκα σε μια μικρή πόλη και δεν πήγα σε κανένα μουσικό σχολείο. Το 1975, όταν ξεκίνησα τη φοιτητική μου ζωή, πήγα τυχαία σ’ ένα καμπαρέ της Κρακοβίας, και εκεί αισθάνθηκα ότι θέλω να γράφω μουσική, χωρίς να γνωρίζω καν νότες, χωρίς να γνωρίζω τίποτα απολύτως.To 1975 δε γνώριζα νότες και το 1977 «έγγραφα» για ορχήστρα. Μου πήρε δύο χρόνια να μάθω».
Ένα ξεχωριστό κομμάτι
Ο Πολωνός συνθέτης ρωτήθηκε για το αν ξεχωρίζει κάποιο «κομμάτι» περισσότερο από τα υπόλοιπα.
Τότε ο κ. Πράισνερ συγκινήθηκε και απάντησε πως είναι το «Requiem for My Friend», το οποίο «έγραψε» για να τιμήσει τη μνήμη του Κριστόφ Κισλόφσκι. «Έγραψα το Ρέκβιεμ τέσσερις ημέρες μετά από το θάνατο του Κισλόφσκι. Ήταν το προσωπικό μου αντίο στον Κριστόφ», είπε ο Πράισνερ, ο οποίος συμβούλεψε τους νέους συνθέτες με τα εξής λόγια:
«Ανοίξτε τη φαντασία σας. Μόνον αυτό χρειάζεστε».
©Typologos.com 2024